πριονοειδής: Difference between revisions

From LSJ

Πᾶσιν γὰρ εὖ φρονοῦσι συμμαχεῖ τύχη → Sapientibus Fortuna se fert opiferam → Mit allen, die klug denken, steht das Glück im Bund

Menander, Monostichoi, 462
(6_7)
(Bailly1_4)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''πρῑονοειδής''': -ές, [[ὅμοιος]] πρὸς πρίονα, Γαλην. Ἐπίρρ. -δῶς, Διοσκ. 1. 147, κτλ.
|lstext='''πρῑονοειδής''': -ές, [[ὅμοιος]] πρὸς πρίονα, Γαλην. Ἐπίρρ. -δῶς, Διοσκ. 1. 147, κτλ.
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />en forme de scie, dentelé.<br />'''Étymologie:''' [[πρίων]], [[εἶδος]].
}}
}}

Revision as of 20:07, 9 August 2017

German (Pape)

[Seite 702] ές, sägenförmig, Diosc. u. a. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

πρῑονοειδής: -ές, ὅμοιος πρὸς πρίονα, Γαλην. Ἐπίρρ. -δῶς, Διοσκ. 1. 147, κτλ.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
en forme de scie, dentelé.
Étymologie: πρίων, εἶδος.