ἀσύγκλωστος: Difference between revisions

From LSJ

γράμματα στικτὰ οὐ ποιήσετε ἐν ὑμῖν· ἐγώ εἰμι κύριος ὁ θεὸς ὑμῶν → you shall not make tattooed signs on yourselves; I am your Lord God

Source
(6_18)
(big3_7)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀσύγκλωστος''': -ον, ὁ μὴ συγκεκλωσμένος, μεταφορ. [[ἀσυμβίβαστος]], πολιτικὴν δύναμιν ἱερωσύνῃ συνάπτειν, τὸ κλώθειν ἐστὶ τὰ ἀσύγκλωστα Συνεσ. Ἐπιστ. 57, σ. 198C, πρβλ. Κικ. Π. Ἀττ.6.1.
|lstext='''ἀσύγκλωστος''': -ον, ὁ μὴ συγκεκλωσμένος, μεταφορ. [[ἀσυμβίβαστος]], πολιτικὴν δύναμιν ἱερωσύνῃ συνάπτειν, τὸ κλώθειν ἐστὶ τὰ ἀσύγκλωστα Συνεσ. Ἐπιστ. 57, σ. 198C, πρβλ. Κικ. Π. Ἀττ.6.1.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[inconexo]] πράγματα Cic.<i>Att</i>.115.17, λόγος Porph.<i>Abst</i>.3.18, Herm.<i>in Phdr</i>.187, ἐξηγήσεις Porph.<i>Chr</i>.39, πρὸς τὸ ἓν ἀ. καὶ [[ἀσύμβατος]] Dam.<i>Pr</i>.5<br /><b class="num">•</b>subst. τὰ ἀσύγκλωστα [[cosas inconexas o incompatibles]] τὰ ἀσύγκλωστα συγκλώσουσιν Phlp.<i>in Ph</i>.34.14, cf. Synes.<i>Ep</i>.41 (p.65).
}}
}}

Revision as of 11:56, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀσύγκλωστος Medium diacritics: ἀσύγκλωστος Low diacritics: ασύγκλωστος Capitals: ΑΣΥΓΚΛΩΣΤΟΣ
Transliteration A: asýnklōstos Transliteration B: asynklōstos Transliteration C: asygklostos Beta Code: a)su/gklwstos

English (LSJ)

ον,

   A not interwoven, disconnected, disjointed, πράγματα Cic.Att.6.1.17, cf. Porph.Abst.3.18; λόγος Herm. in Phdr.p.187A.; ἐξηγήσεις Porph.Chr.39; incompatible, συγκλώθειν τὰ ἀ. Phlp.in Ph. 34.14; πρὸς τὸ ἓν ἀ. καὶ ἀσύμβατος Dam.Pr.5.

German (Pape)

[Seite 379] durch das Schicksal nicht verbunden, unvereinbar, Cic. Attic. 6, 1; Synes.

Greek (Liddell-Scott)

ἀσύγκλωστος: -ον, ὁ μὴ συγκεκλωσμένος, μεταφορ. ἀσυμβίβαστος, πολιτικὴν δύναμιν ἱερωσύνῃ συνάπτειν, τὸ κλώθειν ἐστὶ τὰ ἀσύγκλωστα Συνεσ. Ἐπιστ. 57, σ. 198C, πρβλ. Κικ. Π. Ἀττ.6.1.

Spanish (DGE)

-ον
inconexo πράγματα Cic.Att.115.17, λόγος Porph.Abst.3.18, Herm.in Phdr.187, ἐξηγήσεις Porph.Chr.39, πρὸς τὸ ἓν ἀ. καὶ ἀσύμβατος Dam.Pr.5
subst. τὰ ἀσύγκλωστα cosas inconexas o incompatibles τὰ ἀσύγκλωστα συγκλώσουσιν Phlp.in Ph.34.14, cf. Synes.Ep.41 (p.65).