αὐστηρία: Difference between revisions
Μὴ σπεῦδε πλουτεῖν, μὴ ταχὺς πένης γένῃ → Ditescere properans, inops fies cito → Vermeide schnellen Reichtum, sonst verarmst du schnell
(6_9) |
(big3_7) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''αὐστηρία''': ἡ, = [[αὐστηρότης]], Θεοφρ. Αἰτ. Φ. 6. 12, 6: - μεταφ. ἐπὶ ἀνθρώπων, [[αὐστηρότης]], [[τραχύτης]], Πολύβ. 4. 21, 1. κτλ. | |lstext='''αὐστηρία''': ἡ, = [[αὐστηρότης]], Θεοφρ. Αἰτ. Φ. 6. 12, 6: - μεταφ. ἐπὶ ἀνθρώπων, [[αὐστηρότης]], [[τραχύτης]], Πολύβ. 4. 21, 1. κτλ. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ας, ἡ<br /><b class="num">I</b> [[aspereza]] ref. a un fruto κατὰ στρυφνότητα καὶ αὐστηρίαν Thphr.<i>CP</i> 6.12.6, ἡ τῶν φαρμάκων αὐ. Clem.Al.<i>Prot</i>.10.109.1.<br /><b class="num">II</b> del carácter<br /><b class="num">1</b> [[austeridad]] ἠθῶν Plb.4.21.1, definida como virtud, Chrysipp.<i>Stoic</i>.3.66, cf. Aristo Phil.14.6, τοῦ ἀνδρός Plu.<i>Cat.Ma</i>.16, ἡ μὲν Σύλλου καὶ Μαρίου καὶ Αὐγούστου αὐ. D.C.75.8.1, del pedagogo, Clem.Al.<i>Paed</i>.1.12 tít.<br /><b class="num">2</b> en sent. peyor. [[dureza]], [[aspereza]], [[severidad]] νοήσας οὐκ ἀπὸ τοῦ βελτίστου τὴν αὐστηρίαν εἶναι LXX 2<i>Ma</i>.14, 30, τοῦ Ἀρειανοῦ ἐπισκόπου τοῦ πολλὰ ἰσχύσαντος πλούτῳ τε καὶ αὐστηρίᾳ Epiph.Const.<i>Haer</i>.30.5.6, ἄνδρες ... νόμῳ πρέπουσαν αὐστηρίαν ἀνατείνοντες Lyd.<i>Mag</i>.3.16. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:05, 21 August 2017
English (LSJ)
ἡ,
A = αὐστηρότης, στρυφνότης καὶ αὐ. Thphr.CP6.12.6. 2 metaph. of men, austerity, ἠθῶν Plb.4.21.1, Cat.Cod.Astr. 2.160.6, etc.; as a virtue, Stoic.3.66.
Greek (Liddell-Scott)
αὐστηρία: ἡ, = αὐστηρότης, Θεοφρ. Αἰτ. Φ. 6. 12, 6: - μεταφ. ἐπὶ ἀνθρώπων, αὐστηρότης, τραχύτης, Πολύβ. 4. 21, 1. κτλ.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
I aspereza ref. a un fruto κατὰ στρυφνότητα καὶ αὐστηρίαν Thphr.CP 6.12.6, ἡ τῶν φαρμάκων αὐ. Clem.Al.Prot.10.109.1.
II del carácter
1 austeridad ἠθῶν Plb.4.21.1, definida como virtud, Chrysipp.Stoic.3.66, cf. Aristo Phil.14.6, τοῦ ἀνδρός Plu.Cat.Ma.16, ἡ μὲν Σύλλου καὶ Μαρίου καὶ Αὐγούστου αὐ. D.C.75.8.1, del pedagogo, Clem.Al.Paed.1.12 tít.
2 en sent. peyor. dureza, aspereza, severidad νοήσας οὐκ ἀπὸ τοῦ βελτίστου τὴν αὐστηρίαν εἶναι LXX 2Ma.14, 30, τοῦ Ἀρειανοῦ ἐπισκόπου τοῦ πολλὰ ἰσχύσαντος πλούτῳ τε καὶ αὐστηρίᾳ Epiph.Const.Haer.30.5.6, ἄνδρες ... νόμῳ πρέπουσαν αὐστηρίαν ἀνατείνοντες Lyd.Mag.3.16.