αἰδοσύνη: Difference between revisions

From LSJ

Ἔνεισι καὶ γυναιξὶ σώφρονες τρόποι → Insunt modesti mores etiam mulieri → Auch Frauen haben in sich weise Lebensart

Menander, Monostichoi, 160
(6_10)
(big3_2)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''αἰδοσύνη''': ἡ, μεταγενέστερος ἐσφαλμένος [[τύπος]], ἀντὶ τοῦ [[αἰδημοσύνη]], Συλλ. Ἐπιγρ. (προσθ.) 4316 h.
|lstext='''αἰδοσύνη''': ἡ, μεταγενέστερος ἐσφαλμένος [[τύπος]], ἀντὶ τοῦ [[αἰδημοσύνη]], Συλλ. Ἐπιγρ. (προσθ.) 4316 h.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ης, ἡ<br />[[pudor]], [[pudicia]] αἰδοσύνην ἔγνω τείμιον ... τρόπον <i>IArykanda</i> 108.10 (II d.C.)<br /><b class="num">•</b>[[vergüenza]], [[timidez]] αἰ.· ἐπὶ τῶν ἀποκεκρυμμένων καὶ ἀφανῶν καὶ λανθάνειν βουλομένων Sud., <i>An.Bachm</i>.1.43, Phot.α 537.
}}
}}

Revision as of 12:09, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: αἰδοσύνη Medium diacritics: αἰδοσύνη Low diacritics: αιδοσύνη Capitals: ΑΙΔΟΣΥΝΗ
Transliteration A: aidosýnē Transliteration B: aidosynē Transliteration C: aidosyni Beta Code: ai)dosu/nh

English (LSJ)

ἡ,

   A = αἰδημοσύνη, AB354, Phot.

Greek (Liddell-Scott)

αἰδοσύνη: ἡ, μεταγενέστερος ἐσφαλμένος τύπος, ἀντὶ τοῦ αἰδημοσύνη, Συλλ. Ἐπιγρ. (προσθ.) 4316 h.

Spanish (DGE)

-ης, ἡ
pudor, pudicia αἰδοσύνην ἔγνω τείμιον ... τρόπον IArykanda 108.10 (II d.C.)
vergüenza, timidez αἰ.· ἐπὶ τῶν ἀποκεκρυμμένων καὶ ἀφανῶν καὶ λανθάνειν βουλομένων Sud., An.Bachm.1.43, Phot.α 537.