ἀριστεροστάτης: Difference between revisions

From LSJ

οὐκ ἔστι γῆρας τοῦδε τοῦ μιάσματος → that pollution never wears out, that pollution can never grow old

Source
(6_3)
(big3_6)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀριστεροστάτης''': [ᾰ], -ου, ὁ, ὁ πρὸς ἀριστερὰ ἱστάμενος, «[[ἀριστεροστάτης]] ἐν τῷ κωμικῷ καλεῖται χορῷ, ὁ δὲ τῷ τραγικῷ [[μέσος]] ἀριστεροῦ, Κρατῖνος Σεριφίοις» Α. Β. 444, 16, Ἀριστείδ. 2. 161.
|lstext='''ἀριστεροστάτης''': [ᾰ], -ου, ὁ, ὁ πρὸς ἀριστερὰ ἱστάμενος, «[[ἀριστεροστάτης]] ἐν τῷ κωμικῷ καλεῖται χορῷ, ὁ δὲ τῷ τραγικῷ [[μέσος]] ἀριστεροῦ, Κρατῖνος Σεριφίοις» Α. Β. 444, 16, Ἀριστείδ. 2. 161.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ου, ὁ<br /><br /><b class="num">• Prosodia:</b> [ᾰ-, -ᾰ-]<br />[[persona que está en la parte izquierda]] del coro, Cratin.229, Aristid.<i>Or</i>.3.154.
}}
}}

Revision as of 12:17, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀριστεροστάτης Medium diacritics: ἀριστεροστάτης Low diacritics: αριστεροστάτης Capitals: ΑΡΙΣΤΕΡΟΣΤΑΤΗΣ
Transliteration A: aristerostátēs Transliteration B: aristerostatēs Transliteration C: aristerostatis Beta Code: a)risterosta/ths

English (LSJ)

[ᾰρ] [τᾰ], ου, ὁ,

   A standing on the left, esp. in the Trag. chorus, Cratin.215, Aristid.2.161 J.

German (Pape)

[Seite 352] ὁ, zur Linken stehend, Anführer des linken Halbchors, Aristid.

Greek (Liddell-Scott)

ἀριστεροστάτης: [ᾰ], -ου, ὁ, ὁ πρὸς ἀριστερὰ ἱστάμενος, «ἀριστεροστάτης ἐν τῷ κωμικῷ καλεῖται χορῷ, ὁ δὲ τῷ τραγικῷ μέσος ἀριστεροῦ, Κρατῖνος Σεριφίοις» Α. Β. 444, 16, Ἀριστείδ. 2. 161.

Spanish (DGE)

-ου, ὁ

• Prosodia: [ᾰ-, -ᾰ-]
persona que está en la parte izquierda del coro, Cratin.229, Aristid.Or.3.154.