ἀσκητήριον: Difference between revisions

From LSJ

Λιμὸς μέγιστον ἄλγος ἀνθρώποις ἔφυ → Inter dolores maximum humanos fames → Der Hunger ist den Menschen allergrößter Schmerz

Menander, Monostichoi, 320
(6_22)
(big3_7)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀσκητήριον''': τὸ, παρ’ Ἐκκλ. [[κυρίως]] ἡ [[καλύβη]] τοῦ ἀσκητοῦ, Ἀθαν. ΙΙ. 845Β, Βασίλ. ΙΙΙ. 877C, Γρηγ. Ναζ. ΙΙ. 577Β, Παλλαδ. Λαυσ. 1057C: [[μοναστήριον]], Σωκράτ. 104Β κλ.
|lstext='''ἀσκητήριον''': τὸ, παρ’ Ἐκκλ. [[κυρίως]] ἡ [[καλύβη]] τοῦ ἀσκητοῦ, Ἀθαν. ΙΙ. 845Β, Βασίλ. ΙΙΙ. 877C, Γρηγ. Ναζ. ΙΙ. 577Β, Παλλαδ. Λαυσ. 1057C: [[μοναστήριον]], Σωκράτ. 104Β κλ.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ου, τό<br />crist. [[lugar de ejercicio]], [[convento]], [[monasterio]] Gr.Naz.M.36.577B, Pall.<i>H.Laus</i>.14.3, Socr.Sch.<i>HE</i> 4.23.2, <i>Cod.Iust</i>.1.3.53.3.
}}
}}

Revision as of 12:18, 21 August 2017

German (Pape)

[Seite 371] τό, Uebungsplatz, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἀσκητήριον: τὸ, παρ’ Ἐκκλ. κυρίωςκαλύβη τοῦ ἀσκητοῦ, Ἀθαν. ΙΙ. 845Β, Βασίλ. ΙΙΙ. 877C, Γρηγ. Ναζ. ΙΙ. 577Β, Παλλαδ. Λαυσ. 1057C: μοναστήριον, Σωκράτ. 104Β κλ.

Spanish (DGE)

-ου, τό
crist. lugar de ejercicio, convento, monasterio Gr.Naz.M.36.577B, Pall.H.Laus.14.3, Socr.Sch.HE 4.23.2, Cod.Iust.1.3.53.3.