ἀσκοφορέω: Difference between revisions

From LSJ

κακῶν ἀπέστω θάνατος, ὡς ἴδῃ κακά → of all evils let only death be absent, so he may see evils

Source
(6_3)
(big3_7)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀσκοφορέω''': [[φέρω]] ἀσκοὺς οἴνου κατὰ τὴν ἑορτὴν Βάκχου, «ἀσκοφορεῖν: τὸ ἐν ταῖς Διονυσιακαῖς πομπαῖς τοὺς ἀστοὺς, ἐσθῆτα ἔχοντας ἥν βούλονται, ἀσκοὺς κατὰ τῶν ὤμων φέρειν· καὶ οἱ τοῦτο ποιοῦντες ἀσκοφόροι καλοῦνται», Α. Β. 214, 3: ― Ἐπίθ. -[[φόρος]], ον, [[αὐτόθι]].
|lstext='''ἀσκοφορέω''': [[φέρω]] ἀσκοὺς οἴνου κατὰ τὴν ἑορτὴν Βάκχου, «ἀσκοφορεῖν: τὸ ἐν ταῖς Διονυσιακαῖς πομπαῖς τοὺς ἀστοὺς, ἐσθῆτα ἔχοντας ἥν βούλονται, ἀσκοὺς κατὰ τῶν ὤμων φέρειν· καὶ οἱ τοῦτο ποιοῦντες ἀσκοφόροι καλοῦνται», Α. Β. 214, 3: ― Ἐπίθ. -[[φόρος]], ον, [[αὐτόθι]].
}}
{{DGE
|dgtxt=[[llevar los odres]] en las fiestas de Dioniso <i>AB</i> 214.
}}
}}

Revision as of 12:18, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀσκοφορέω Medium diacritics: ἀσκοφορέω Low diacritics: ασκοφορέω Capitals: ΑΣΚΟΦΟΡΕΩ
Transliteration A: askophoréō Transliteration B: askophoreō Transliteration C: askoforeo Beta Code: a)skofore/w

English (LSJ)

   A bear wineskins at the feast of Bacchus, AB214:— Adj. ἀσκο-φόρος, ον, ibid.

German (Pape)

[Seite 372] Schläuche tragen, VLL.

Greek (Liddell-Scott)

ἀσκοφορέω: φέρω ἀσκοὺς οἴνου κατὰ τὴν ἑορτὴν Βάκχου, «ἀσκοφορεῖν: τὸ ἐν ταῖς Διονυσιακαῖς πομπαῖς τοὺς ἀστοὺς, ἐσθῆτα ἔχοντας ἥν βούλονται, ἀσκοὺς κατὰ τῶν ὤμων φέρειν· καὶ οἱ τοῦτο ποιοῦντες ἀσκοφόροι καλοῦνται», Α. Β. 214, 3: ― Ἐπίθ. -φόρος, ον, αὐτόθι.

Spanish (DGE)

llevar los odres en las fiestas de Dioniso AB 214.