ἀτρύγητος: Difference between revisions
From LSJ
αἱ δὲ χολωσάμεναι πηρὸν θέσαν → but they in their wrath maimed him, but they in their wrath made him helpless, but they in their wrath made him blind
(6_18) |
(big3_7) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀτρύγητος''': -ον, ὁ μὴ τετρυγημένος, ἐπὶ σταφυλῶν, Ἀριστ. Προβλ. 20. 23. 1· ἀτρῠγής, ές, Ἀνθ. Π. 7. 622. | |lstext='''ἀτρύγητος''': -ον, ὁ μὴ τετρυγημένος, ἐπὶ σταφυλῶν, Ἀριστ. Προβλ. 20. 23. 1· ἀτρῠγής, ές, Ἀνθ. Π. 7. 622. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ον<br />[[no recogido]], [[no recolectado]] αἱ ῥᾶγες τετρυγημέναι ... γλυκύτεραί εἰσιν ἢ τῶν ἀτρυγήτων Arist.<i>Pr</i>.925<sup>b</sup>15, ἀ. γενήματα <i>PGnom</i>.104 (II d.C.). | |||
}} | }} |
Revision as of 12:18, 21 August 2017
English (LSJ)
ον, = foreg., Arist.Pr.925b15;
A ἀ. γενήματα PGnom.233 (ii A. D.).
German (Pape)
[Seite 389] dasselbe, dem τετρυγημένος entggstzt, Arist. probl. 20, 23.
Greek (Liddell-Scott)
ἀτρύγητος: -ον, ὁ μὴ τετρυγημένος, ἐπὶ σταφυλῶν, Ἀριστ. Προβλ. 20. 23. 1· ἀτρῠγής, ές, Ἀνθ. Π. 7. 622.
Spanish (DGE)
-ον
no recogido, no recolectado αἱ ῥᾶγες τετρυγημέναι ... γλυκύτεραί εἰσιν ἢ τῶν ἀτρυγήτων Arist.Pr.925b15, ἀ. γενήματα PGnom.104 (II d.C.).