γενειόλης: Difference between revisions

From LSJ

Θνητὸς πεφυκὼς τοὐπίσω πειρῶ βλέπειν → Homo natus id, quod instat, ut videas, age → Als sterblich Wesen mühe dich zu seh'n, was folgt

Menander, Monostichoi, 249
(6_15)
(big3_9)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''γενειόλης''': ὁ, πιθ. = [[γενειάτης]], Ἡρῳδ. παρ΄ Εὐσταθ. 1684, πρβλ. [[μαινόλης]], [[σκωπτόλης]], ὀπυιόλης, [[φαινόλης]].- Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. 233.
|lstext='''γενειόλης''': ὁ, πιθ. = [[γενειάτης]], Ἡρῳδ. παρ΄ Εὐσταθ. 1684, πρβλ. [[μαινόλης]], [[σκωπτόλης]], ὀπυιόλης, [[φαινόλης]].- Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. 233.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ου, ὁ [[barbado]] epít. de Hermes, Call.<i>Fr</i>.199.1.
}}
}}

Revision as of 12:21, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: γενειόλης Medium diacritics: γενειόλης Low diacritics: γενειόλης Capitals: ΓΕΝΕΙΟΛΗΣ
Transliteration A: geneiólēs Transliteration B: geneiolēs Transliteration C: geneiolis Beta Code: geneio/lhs

English (LSJ)

ου, ὁ,

   A = γενειάτης, Hdn.Gr. 2.638.

Greek (Liddell-Scott)

γενειόλης: ὁ, πιθ. = γενειάτης, Ἡρῳδ. παρ΄ Εὐσταθ. 1684, πρβλ. μαινόλης, σκωπτόλης, ὀπυιόλης, φαινόλης.- Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. 233.

Spanish (DGE)

-ου, ὁ barbado epít. de Hermes, Call.Fr.199.1.