δυσαερία: Difference between revisions

From LSJ

Γυναικὸς ἐσθλῆς ἐπιτυχεῖν οὐ ῥᾴδιον → Certe invenire feminam haud facile est bonam → Ein braves Eheweib zu finden ist nicht leicht

Menander, Monostichoi, 94
(6_10)
(big3_12)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''δυσᾱερία''': ἡ, κακός, νοσηρὸς ἀήρ, Στράβων 213.
|lstext='''δυσᾱερία''': ἡ, κακός, νοσηρὸς ἀήρ, Στράβων 213.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ας, ἡ<br /><b class="num">1</b> [[insalubridad del aire]] χειμῶνος γενομένου καὶ πολλῆς δυσαερίας Ar.Byz.<i>Epit</i>.1.81, de Rávena, construida sobre un pantano, Str.5.1.7, δυσαερίας ... καὶ νιφετῶν πλήθη οὐκ ἀγαθῶν, ἀλλὰ φθεροποιῶν Vett.Val.370.9 (= <i>Cat.Cod.Astr</i>.2.161.30), s. cont. <i>SEG</i> 43.237 (Tesalia).<br /><b class="num">2</b> [[niebla]] ὥστε μὴ καθορᾶσθαι μηδ' ἐγγὺς ἐν ταῖς δυσαερίαις Str.4.1.8, τὴν πάχνην τὴν γινομένην ἐν δυσαερίᾳ καὶ φθείρουσαν τοὺς καρπούς <i>EM</i> 378.54G.
}}
}}

Revision as of 12:26, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δῠσᾱερία Medium diacritics: δυσαερία Low diacritics: δυσαερία Capitals: ΔΥΣΑΕΡΙΑ
Transliteration A: dysaería Transliteration B: dysaeria Transliteration C: dysaeria Beta Code: dusaeri/a

English (LSJ)

ἡ,

   A badness of air, Str. 5.1.7, Cat.Cod.Astr.2.161: pl., fogs, Str.4.1.8.

German (Pape)

[Seite 674] ἡ, schlechte Luft, Strab. 5, 1, 7.

Greek (Liddell-Scott)

δυσᾱερία: ἡ, κακός, νοσηρὸς ἀήρ, Στράβων 213.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
1 insalubridad del aire χειμῶνος γενομένου καὶ πολλῆς δυσαερίας Ar.Byz.Epit.1.81, de Rávena, construida sobre un pantano, Str.5.1.7, δυσαερίας ... καὶ νιφετῶν πλήθη οὐκ ἀγαθῶν, ἀλλὰ φθεροποιῶν Vett.Val.370.9 (= Cat.Cod.Astr.2.161.30), s. cont. SEG 43.237 (Tesalia).
2 niebla ὥστε μὴ καθορᾶσθαι μηδ' ἐγγὺς ἐν ταῖς δυσαερίαις Str.4.1.8, τὴν πάχνην τὴν γινομένην ἐν δυσαερίᾳ καὶ φθείρουσαν τοὺς καρπούς EM 378.54G.