ἐκταδόν: Difference between revisions
From LSJ
τὸ γὰρ εὖ πράττειν παρὰ τὴν ἀξίαν ἀφορμὴ τοῦ κακῶς φρονεῖν τοῖς ἀνοήτοις γίγνεται → undeserved success engenders folly in unbalanced minds
(6_6) |
(big3_14b) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐκτᾰδόν''': ἐπίρρ. = [[ἐκτάδην]], «οὔ μόνον [[ἐκτάδην]], ἀλλὰ καὶ [[ἐκταδόν]], ὡς Λιβάνιος ἐν τῷ Ἀντιοχικῷ» (τ. 1. σ. 343, 8), Θωμ. Μάγιστρ. σ. 289, Ἀγαθ. Ἱστ. 5. 12. | |lstext='''ἐκτᾰδόν''': ἐπίρρ. = [[ἐκτάδην]], «οὔ μόνον [[ἐκτάδην]], ἀλλὰ καὶ [[ἐκταδόν]], ὡς Λιβάνιος ἐν τῷ Ἀντιοχικῷ» (τ. 1. σ. 343, 8), Θωμ. Μάγιστρ. σ. 289, Ἀγαθ. Ἱστ. 5. 12. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=(ἐκτᾰδόν)<br />adv. [[todo a lo largo]], [[en toda su extensión]] οὔκ εἰσιν ἐ. ... στοαί Lib.<i>Or</i>.11.215, ἐ. ... ἐπεκέκλιτο γαίῃ Nonn.<i>D</i>.10.359, cf. 12.348, 14.141, τεῖχος ἐ. ἵδρυται Agath.5.12.2, (κόσμος) ἐ. ἀργεννῆσι φαινόμενος πλακέεσσι <i>SEG</i> 37.1537.8 (Arabia IV/V d.C.). | |||
}} | }} |
Revision as of 12:29, 21 August 2017
English (LSJ)
Adv.
A = ἐκτάδην, Lib.Or.11.215, Agath.5.12.
German (Pape)
[Seite 779] Liban. u. a. Sp., = ἐκτάδην.
Greek (Liddell-Scott)
ἐκτᾰδόν: ἐπίρρ. = ἐκτάδην, «οὔ μόνον ἐκτάδην, ἀλλὰ καὶ ἐκταδόν, ὡς Λιβάνιος ἐν τῷ Ἀντιοχικῷ» (τ. 1. σ. 343, 8), Θωμ. Μάγιστρ. σ. 289, Ἀγαθ. Ἱστ. 5. 12.
Spanish (DGE)
(ἐκτᾰδόν)
adv. todo a lo largo, en toda su extensión οὔκ εἰσιν ἐ. ... στοαί Lib.Or.11.215, ἐ. ... ἐπεκέκλιτο γαίῃ Nonn.D.10.359, cf. 12.348, 14.141, τεῖχος ἐ. ἵδρυται Agath.5.12.2, (κόσμος) ἐ. ἀργεννῆσι φαινόμενος πλακέεσσι SEG 37.1537.8 (Arabia IV/V d.C.).