ἔξαλσις: Difference between revisions

From LSJ

Ἴσος ἴσθι πᾶσι, κἂν ὑπερέχῃς τῷ βίῳ → Quamvis superior sorte, da te aequum omnibus → Sei allen gleich, auch wenn du reicher bist

Menander, Monostichoi, 257
(6_8)
(big3_15)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἔξαλσις''': -εως, ἡ, τὸ ἐξάλλεσθαι, πηδᾶν πρὸς τὰ ἄνω [[χάριν]] ἀσκήσεως, Ἀρετ. Χρον. Νούσ. Θεραπευτ. 1. 2. ΙΙ. [[ἔξωσις]], μετατόπισις, ἐπὶ τῶν σπονδύλων τῆς ῥάχεως, Ἱππ. π. Ἄρθρ. 811· πρβλ. [[ἐξάλλομαι]].
|lstext='''ἔξαλσις''': -εως, ἡ, τὸ ἐξάλλεσθαι, πηδᾶν πρὸς τὰ ἄνω [[χάριν]] ἀσκήσεως, Ἀρετ. Χρον. Νούσ. Θεραπευτ. 1. 2. ΙΙ. [[ἔξωσις]], μετατόπισις, ἐπὶ τῶν σπονδύλων τῆς ῥάχεως, Ἱππ. π. Ἄρθρ. 811· πρβλ. [[ἐξάλλομαι]].
}}
{{DGE
|dgtxt=-εως, ἡ<br />medic.<br /><b class="num">1</b> [[desplazamiento]], [[luxación]] de vértebras οὐ ῥηΐδιον τοιαύτην ἔξαλσιν γενέσθαι ἐς τὸ ἔσω Hp.<i>Art</i>.46, cf. <i>ib</i>.<br /><b class="num">2</b> [[salto]] como ejercicio terapéutico, Aret.<i>CD</i> 1.2.13.
}}
}}

Revision as of 12:30, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἔξαλσις Medium diacritics: ἔξαλσις Low diacritics: έξαλσις Capitals: ΕΞΑΛΣΙΣ
Transliteration A: éxalsis Transliteration B: exalsis Transliteration C: eksalsis Beta Code: e)/calsis

English (LSJ)

εως, ἡ,

   A leaping with the legs held together (κομιδὴ σκελῶν συνεχής) for exercise, Aret.CD1.2.    II dislocation, displacement, Hp.Art.46.

German (Pape)

[Seite 866] ἡ, der Sprung auf einem Fleck mit zusammengehaltenen Füßen, Aret. – Bei Hippocr. = Verrenkung.

Greek (Liddell-Scott)

ἔξαλσις: -εως, ἡ, τὸ ἐξάλλεσθαι, πηδᾶν πρὸς τὰ ἄνω χάριν ἀσκήσεως, Ἀρετ. Χρον. Νούσ. Θεραπευτ. 1. 2. ΙΙ. ἔξωσις, μετατόπισις, ἐπὶ τῶν σπονδύλων τῆς ῥάχεως, Ἱππ. π. Ἄρθρ. 811· πρβλ. ἐξάλλομαι.

Spanish (DGE)

-εως, ἡ
medic.
1 desplazamiento, luxación de vértebras οὐ ῥηΐδιον τοιαύτην ἔξαλσιν γενέσθαι ἐς τὸ ἔσω Hp.Art.46, cf. ib.
2 salto como ejercicio terapéutico, Aret.CD 1.2.13.