τετραμερής: Difference between revisions
From LSJ
(6_7) |
(eksahir) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''τετρᾰμερής''': -ές, ὁ ἐκ τεσσάρων μερῶν ἀποτελούμενος, Ἀριστ. Ἀποσπ. 43, Σέξτ. Ἐμπειρ. π. Π. 1. 23, 237. - Ἐπίρρ. -ρῶς, Εὐστ. 1572, 24· - ὁ Τζέτζ. ἐν Ἱστ. 3. 341, ἔχει καὶ τὸ οὐσιαστ. τετραμέρεια, ἡ, πρὸς πᾶσαν τετραμέρειαν τῆς γῆς ἐφαπλώσας νίκας. | |lstext='''τετρᾰμερής''': -ές, ὁ ἐκ τεσσάρων μερῶν ἀποτελούμενος, Ἀριστ. Ἀποσπ. 43, Σέξτ. Ἐμπειρ. π. Π. 1. 23, 237. - Ἐπίρρ. -ρῶς, Εὐστ. 1572, 24· - ὁ Τζέτζ. ἐν Ἱστ. 3. 341, ἔχει καὶ τὸ οὐσιαστ. τετραμέρεια, ἡ, πρὸς πᾶσαν τετραμέρειαν τῆς γῆς ἐφαπλώσας νίκας. | ||
}} | |||
{{eles | |||
|esgtx=[[que consta de cuatro partes]], [[cuatripartito]] | |||
}} | }} |
Revision as of 10:32, 22 August 2017
English (LSJ)
ές,
A quadripartite, Arist.Fr.47, LXX 2 Ma.8.21, S.E.P. 1.23, Sor.Fasc.40. Adv. -ρῶς Sm.Ez.1.8, Eust.1572.24: hence τετρᾰ-μέρεια, ἡ, = sq., Tz.H.3.341.
German (Pape)
[Seite 1098] ές, viertheilig, aus vier Abtheilungen bestehend, Plut. de mus. 24 S. Emp. pyrrh. 1, 23.
Greek (Liddell-Scott)
τετρᾰμερής: -ές, ὁ ἐκ τεσσάρων μερῶν ἀποτελούμενος, Ἀριστ. Ἀποσπ. 43, Σέξτ. Ἐμπειρ. π. Π. 1. 23, 237. - Ἐπίρρ. -ρῶς, Εὐστ. 1572, 24· - ὁ Τζέτζ. ἐν Ἱστ. 3. 341, ἔχει καὶ τὸ οὐσιαστ. τετραμέρεια, ἡ, πρὸς πᾶσαν τετραμέρειαν τῆς γῆς ἐφαπλώσας νίκας.