αμυγδαλίτης: Difference between revisions

From LSJ

κέρκος τῇ ἀλώπεκι μαρτυρεῖ → you can tell a fox by its tail, small traits give the clue to the character of a person

Source
(3)
 
m (Text replacement - "<b>συνήθως στον πληθ.</b>" to "<b>συνήθως στον πληθ.</b>")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο [[αμυγδαλή]]<br /><b>1.</b> <b>[[συνήθως]] στον πληθ.</b> οι αμυγδαλίτες<br />οι [[αμυγδαλές]] του λαιμού<br /><b>2.</b> [[φλεγμονή]] τών αμυγδαλών, [[αμυγδαλίτιδα]].
|mltxt=ο [[αμυγδαλή]]<br /><b>1.</b> <b>συνήθως στον πληθ.</b> οι αμυγδαλίτες<br />οι [[αμυγδαλές]] του λαιμού<br /><b>2.</b> [[φλεγμονή]] τών αμυγδαλών, [[αμυγδαλίτιδα]].
}}
}}

Latest revision as of 14:37, 21 March 2024

Greek Monolingual

ο αμυγδαλή
1. συνήθως στον πληθ. οι αμυγδαλίτες
οι αμυγδαλές του λαιμού
2. φλεγμονή τών αμυγδαλών, αμυγδαλίτιδα.