μεθοριακός: Difference between revisions

From LSJ

οἰκτίστῳ θανάτῳ εἵμαρτο ἁλῶναι → it was fated that you would be taken by the most miserable death, it has been decreed that thou shouldst be cut off by a most piteous death

Source
(24)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -ό<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη μεθόριο [[γραμμή]] δύο χωρών, ο [[συνοριακός]] («μεθοριακό [[φυλάκιο]]»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μεθόριος]] (<b>[[πρβλ]].</b> [[ήλιος]] [[ηλιακός]]). Η λ. μαρτυρείται από το 1883 στην [[εφημερίδα]] <i>Εφημερίς</i>].
|mltxt=-ή, -ό<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη μεθόριο [[γραμμή]] δύο χωρών, ο [[συνοριακός]] («μεθοριακό [[φυλάκιο]]»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μεθόριος]] ([[πρβλ]]. [[ήλιος]] [[ηλιακός]]). Η λ. μαρτυρείται από το 1883 στην [[εφημερίδα]] <i>Εφημερίς</i>].
}}
}}

Latest revision as of 15:10, 23 August 2021

Greek Monolingual

-ή, -ό
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη μεθόριο γραμμή δύο χωρών, ο συνοριακός («μεθοριακό φυλάκιο»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < μεθόριος (πρβλ. ήλιος ηλιακός). Η λ. μαρτυρείται από το 1883 στην εφημερίδα Εφημερίς].