ανθρωποειδής: Difference between revisions
From LSJ
Οὕτως γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν Υἱὸν τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς Αὐτὸν μὴ ἀπόληται ἀλλ᾽ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον → For God so loved the world that he gave his only begotten Son that whosoever believeth in him should not perish but have everlasting life (John 3:16)
(4) |
m (Text replacement - "δεῑ" to "δεῖ") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ές (Α [[ἀνθρωποειδής]]) [[ανθρωπόμορφος]], αυτός που μοιάζει με άνθρωπο<br />( | |mltxt=-ές (Α [[ἀνθρωποειδής]]) [[ανθρωπόμορφος]], αυτός που μοιάζει με άνθρωπο<br />(«ἀνθρωποειδεῖς θεοί», «ἀνθρωποειδεῖς πίθηκοι»<br />Αριστοτέλης). | ||
}} | }} |
Latest revision as of 08:50, 27 May 2022
Greek Monolingual
-ές (Α ἀνθρωποειδής) ανθρωπόμορφος, αυτός που μοιάζει με άνθρωπο
(«ἀνθρωποειδεῖς θεοί», «ἀνθρωποειδεῖς πίθηκοι»
Αριστοτέλης).