ανθρωποπρεπής: Difference between revisions

From LSJ

Ἡ δ' ἐμὴ ψυχὴ πάλαι τέθνηκεν, ὥστε τοῖς θανοῦσιν ὠφελεῖν → My soul died long ago so that I could give some help to the dead

Sophocles, Antigone, 559-60
(4)
 
m (Text replacement - "οῡ" to "οῦ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀνθρωποπρεπής]] (-οῡς), -ές (AM)<br />αυτός που αρμόζει σε άνθρωπο.
|mltxt=[[ἀνθρωποπρεπής]] (-οῦς), -ές (AM)<br />αυτός που αρμόζει σε άνθρωπο.
}}
}}

Latest revision as of 19:50, 13 June 2022

Greek Monolingual

ἀνθρωποπρεπής (-οῦς), -ές (AM)
αυτός που αρμόζει σε άνθρωπο.