ηλεκτρισμός: Difference between revisions

From LSJ

Αὐτάρκης ἔσῃ, ἂν μάθῃς τί τὸ καλὸν κἀγαθόν ἐστι → You will be contented with your lot if you learn what the honourable and good is

Plutarch, De virtute et vitio
(16)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο<br /><b>1.</b> [[μορφή]] ενέργειας που αναπτύσσεται με την [[τριβή]] ορισμένων σωμάτων, όπως το [[ήλεκτρο]], και προκαλεί φαινόμενα έλξεως άλλων σωμάτων, σπινθήρες, νευρικό κλονισμό σε ζώα κ.λπ.<br /><b>2.</b> <b>συνεκδ.</b> [[κλάδος]] της φυσικής που ασχολείται ειδικά με την [[περιγραφή]] και [[μελέτη]] των ηλεκτρικών και μαγνητικών φαινομένων<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> α) «[[στατικός]] [[ηλεκτρισμός]]» — ο [[ηλεκτρισμός]] που παράγεται με την [[τριβή]]<br />θ) «[[δυναμικός]] [[ηλεκτρισμός]]» — ο [[ηλεκτρισμός]] που παράγεται με χημικά ή άλλα [[μέσα]]<br />γ) «[[ατμοσφαιρικός]] [[ηλεκτρισμός]]» — το ηλεκτρικό [[φορτίο]] που ενυπάρχει στην [[ατμόσφαιρα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ., <b>[[πρβλ]].</b> αγγλ. <i>electricity</i>, γαλλ. <i>electricite</i>, γερμ. <i>Elektrizitat</i> <span style="color: red;"><</span> [[ήλεκτρο]]. Η λ. μαρτυρείται από το 1811 στο περιοδικό [[Ερμής]] οΛόγιος</i>].
|mltxt=ο<br /><b>1.</b> [[μορφή]] ενέργειας που αναπτύσσεται με την [[τριβή]] ορισμένων σωμάτων, όπως το [[ήλεκτρο]], και προκαλεί φαινόμενα έλξεως άλλων σωμάτων, σπινθήρες, νευρικό κλονισμό σε ζώα κ.λπ.<br /><b>2.</b> <b>συνεκδ.</b> [[κλάδος]] της φυσικής που ασχολείται ειδικά με την [[περιγραφή]] και [[μελέτη]] των ηλεκτρικών και μαγνητικών φαινομένων<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> α) «[[στατικός]] [[ηλεκτρισμός]]» — ο [[ηλεκτρισμός]] που παράγεται με την [[τριβή]]<br />θ) «[[δυναμικός]] [[ηλεκτρισμός]]» — ο [[ηλεκτρισμός]] που παράγεται με χημικά ή άλλα [[μέσα]]<br />γ) «[[ατμοσφαιρικός]] [[ηλεκτρισμός]]» — το ηλεκτρικό [[φορτίο]] που ενυπάρχει στην [[ατμόσφαιρα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ., [[πρβλ]]. αγγλ. <i>electricity</i>, γαλλ. <i>electricite</i>, γερμ. <i>Elektrizitat</i> <span style="color: red;"><</span> [[ήλεκτρο]]. Η λ. μαρτυρείται από το 1811 στο περιοδικό [[Ερμής]] οΛόγιος</i>].
}}
}}

Latest revision as of 09:25, 23 August 2021

Greek Monolingual

ο
1. μορφή ενέργειας που αναπτύσσεται με την τριβή ορισμένων σωμάτων, όπως το ήλεκτρο, και προκαλεί φαινόμενα έλξεως άλλων σωμάτων, σπινθήρες, νευρικό κλονισμό σε ζώα κ.λπ.
2. συνεκδ. κλάδος της φυσικής που ασχολείται ειδικά με την περιγραφή και μελέτη των ηλεκτρικών και μαγνητικών φαινομένων
3. φρ. α) «στατικός ηλεκτρισμός» — ο ηλεκτρισμός που παράγεται με την τριβή
θ) «δυναμικός ηλεκτρισμός» — ο ηλεκτρισμός που παράγεται με χημικά ή άλλα μέσα
γ) «ατμοσφαιρικός ηλεκτρισμός» — το ηλεκτρικό φορτίο που ενυπάρχει στην ατμόσφαιρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. electricity, γαλλ. electricite, γερμ. Elektrizitat < ήλεκτρο. Η λ. μαρτυρείται από το 1811 στο περιοδικό Ερμής οΛόγιος].