μαγνησία: Difference between revisions

From LSJ

Ὡς αἰσχρὸν εὖ ζῆν ἐν πονηροῖς ἤθεσιν → Turpis res laute vivere ingenium malum → Wie schimpflich, wenn ein schlechter Mensch in Wohlstand lebt

Menander, Monostichoi, 564
(23)
 
m (LSJ2 replacement)
 
Line 1: Line 1:
{{LSJ2
|Full diacritics=μαγνησία
|Medium diacritics=μαγνησία
|Low diacritics=μαγνησία
|Capitals=ΜΑΓΝΗΣΙΑ
|Transliteration A=magnēsía
|Transliteration B=magnēsia
|Transliteration C=magnisia
|Beta Code=magnhsi/a
|Definition=v. sub [[Μάγνης]].
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=η (Α [[μαγνησία]], ιων. τ. μαγνησίη) <b>ως κύρ. όν.</b> <b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[ονομασία]] διαφόρων ενώσεων του μαγνησίου («θειική [[μαγνησία]]»)<br /><b>2.</b> <b>(φαρμ.)</b> [[είδος]] ήπιου και εύγευστου καθαρτικού, αλλ. [[μαγνέζια]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[ονομασία]] διαφόρων ορυκτών και άλλων μεταλλικών αμαλγαμάτων<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[μαγνησία]] [[λίθος]]» ή «μαγνησίη [[λίθος]]» — ο [[μαγνήτης]].
|mltxt=η (Α [[μαγνησία]], ιων. τ. μαγνησίη) <b>ως κύρ. όν.</b> <b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[ονομασία]] διαφόρων ενώσεων του μαγνησίου («θειική [[μαγνησία]]»)<br /><b>2.</b> <b>(φαρμ.)</b> [[είδος]] ήπιου και εύγευστου καθαρτικού, αλλ. [[μαγνέζια]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[ονομασία]] διαφόρων ορυκτών και άλλων μεταλλικών αμαλγαμάτων<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[μαγνησία]] [[λίθος]]» ή «μαγνησίη [[λίθος]]» — ο [[μαγνήτης]].
}}
}}

Latest revision as of 10:34, 31 January 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μαγνησία Medium diacritics: μαγνησία Low diacritics: μαγνησία Capitals: ΜΑΓΝΗΣΙΑ
Transliteration A: magnēsía Transliteration B: magnēsia Transliteration C: magnisia Beta Code: magnhsi/a

English (LSJ)

v. sub Μάγνης.

Greek Monolingual

η (Α μαγνησία, ιων. τ. μαγνησίη) ως κύρ. όν. νεοελλ.
1. ονομασία διαφόρων ενώσεων του μαγνησίου («θειική μαγνησία»)
2. (φαρμ.) είδος ήπιου και εύγευστου καθαρτικού, αλλ. μαγνέζια
αρχ.
1. ονομασία διαφόρων ορυκτών και άλλων μεταλλικών αμαλγαμάτων
2. φρ. «μαγνησία λίθος» ή «μαγνησίη λίθος» — ο μαγνήτης.