περίτεχνος: Difference between revisions
From LSJ
ὁ χρόνος ἐστὶ δάνος, τὸ ζῆν πικρός ἐσθ' ὁ δανίσας → time is a loan, and he who lent you life is a hard creditor | time is on loan and life's lender is a prick
(32) |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. $2$4]") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-η, -ο, Ν<br />αυτός που έχει εκπονηθεί ή κατασκευαστεί με πολλή [[τέχνη]] και [[καλαισθησία]], καλοδουλεμένος, [[μαστορικός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>περι</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>τεχνος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[τέχνη]]), | |mltxt=-η, -ο, Ν<br />αυτός που έχει εκπονηθεί ή κατασκευαστεί με πολλή [[τέχνη]] και [[καλαισθησία]], καλοδουλεμένος, [[μαστορικός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>περι</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>τεχνος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[τέχνη]]), [[πρβλ]]. [[έντεχνος]]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 11:09, 10 May 2023
Greek Monolingual
-η, -ο, Ν
αυτός που έχει εκπονηθεί ή κατασκευαστεί με πολλή τέχνη και καλαισθησία, καλοδουλεμένος, μαστορικός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + -τεχνος (< τέχνη), πρβλ. έντεχνος].