οφιογενής: Difference between revisions
From LSJ
Πένητας ἀργοὺς οὐ τρέφει ῥᾳθυμία → Desidia nescit educare pauperem → Den trägen Armen nährt nicht seine Arbeitsscheu
(30) |
m (Text replacement - "νεῑ" to "νεῖ") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ὀφιογενής]], -ές (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που γεννήθηκε από [[φίδι]]<br /><b>2.</b> (το αρσ. πληθ. ως κύριο όν.) <i>οἱ | |mltxt=[[ὀφιογενής]], -ές (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που γεννήθηκε από [[φίδι]]<br /><b>2.</b> (το αρσ. πληθ. ως κύριο όν.) <i>οἱ Ὀφιογενεῖς</i><br />[[ονομασία]] μερικών ασιατικών φυλών.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὄφις]], -<i>ιος</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>γενής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[γένος]] <span style="color: red;"><</span> [[γίγνομαι]])]. | ||
}} | }} |