περίμετρο: Difference between revisions
From LSJ
ἔστι δίκης ὀφθαλμός ὃς τά πανθ' ὁρᾶ → there is an eye of justice that sees everything, all-seeing justice
(32) |
mNo edit summary |
||
(2 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=το / [[περίμετρον]], ΝΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[συσκευή]] η οποία αποτελείται [[κατά]] [[βάση]] από ένα [[τόξο]] κύκλου ακτίνας 30 εκατοστομέτρων κινούμενο [[περί]] τον άξονά του και που χρησιμεύει για [[μέτρηση]] του οπτικού πεδίου<br /><b>αρχ.</b><br />η [[περίμετρος]] («σταδίων | |mltxt=το / [[περίμετρον]], ΝΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[συσκευή]] η οποία αποτελείται [[κατά]] [[βάση]] από ένα [[τόξο]] κύκλου ακτίνας 30 εκατοστομέτρων κινούμενο [[περί]] τον άξονά του και που χρησιμεύει για [[μέτρηση]] του οπτικού πεδίου<br /><b>αρχ.</b><br />η [[περίμετρος]] («σταδίων γοῦν ἦν αὓτη [[ἑξήκοντα]] τὸ [[περίμετρον]]» — και είχε [[λοιπόν]] αυτή [[περίμετρο]] [[εξήντα]] σταδίων, <b>Αριστοτ.</b>)·<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ., <b>πρβλ.</b> γαλλ. <i>perimetre</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>περι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[μέτρο]])]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 16:08, 27 March 2021
Greek Monolingual
το / περίμετρον, ΝΑ
νεοελλ.
συσκευή η οποία αποτελείται κατά βάση από ένα τόξο κύκλου ακτίνας 30 εκατοστομέτρων κινούμενο περί τον άξονά του και που χρησιμεύει για μέτρηση του οπτικού πεδίου
αρχ.
η περίμετρος («σταδίων γοῦν ἦν αὓτη ἑξήκοντα τὸ περίμετρον» — και είχε λοιπόν αυτή περίμετρο εξήντα σταδίων, Αριστοτ.)·
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. perimetre (< περι- + μέτρο)].