ποδοβολητό: Difference between revisions

From LSJ

Τραφὲν ὄρεσι καὶ φάραγξιν ἀγρίαις, κήρυξ πέφυκα τῆς λόγου ὑμνῳδίας. Φωνήν μὲν οὐκ ἔναρθρον, εὔηχον δ' ἔχω (Byzantine riddle) → Raised in the mountains and wild ravines, I have become the herald of hymns that are sung. I have no articulate voice...

Source
(33)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=το, Ν ο [[κρότος]] από το [[βάδισμα]] ή το [[τρέξιμο]] πολλών ανθρώπων ή ζώων, [[ιδίως]] αλόγων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ποδοβολώ]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ητό</i> (<b>πρβλ.</b> <i>ροχαλ</i>-<i>ητό</i>)].
|mltxt=το, Ν ο [[κρότος]] από το [[βάδισμα]] ή το [[τρέξιμο]] πολλών ανθρώπων ή ζώων, [[ιδίως]] αλόγων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ποδοβολώ]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ητό</i> ([[πρβλ]]. [[ροχαλητό]])].
}}
}}

Latest revision as of 16:00, 11 May 2023

Greek Monolingual

το, Ν ο κρότος από το βάδισμα ή το τρέξιμο πολλών ανθρώπων ή ζώων, ιδίως αλόγων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ποδοβολώ + κατάλ. -ητό (πρβλ. ροχαλητό)].