οὐ καταισχυνῶ τὰ ὅπλα τὰ ἱερά → I will never bring reproach upon my hallowed arms
και ρουχαλητό, το, Νθορυβώδης αναπνοή κατά τη διάρκεια του ύπνου.[ΕΤΥΜΟΛ. < ροχαλίζω + κατάλ. -ητό (πρβλ. μουγκρητό)].