πολυκάνδηλο: Difference between revisions
From LSJ
Ῥύου δὲ σαυτὸν παντὸς ἐκ φαύλου τρόπου → Ex omni more malefico tete eruas → Bewahre dich vor jeder üblen Lebensart
(33) |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=το / πολυκάνδηλον, ΝΜ, και πολυκάντηλο, Ν<br />πολύφωτο που αποτελείται από [[πολλά]] καντήλια, που χρησιμοποιείται [[κυρίως]] στις εκκλησίες, [[πολυέλαιος]] («κι ο [[ουρανός]]... το μέγα πολυκάντηλο μέσ' στο ναό της Φύσης», <b>Σολωμ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[κανδήλι]](<i>ον</i>) / [[καντήλι]] ( | |mltxt=το / πολυκάνδηλον, ΝΜ, και πολυκάντηλο, Ν<br />πολύφωτο που αποτελείται από [[πολλά]] καντήλια, που χρησιμοποιείται [[κυρίως]] στις εκκλησίες, [[πολυέλαιος]] («κι ο [[ουρανός]]... το μέγα πολυκάντηλο μέσ' στο ναό της Φύσης», <b>Σολωμ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[κανδήλι]](<i>ον</i>) / [[καντήλι]] ([[πρβλ]]. [[νυχτοκάντηλο]])]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 16:05, 11 May 2023
Greek Monolingual
το / πολυκάνδηλον, ΝΜ, και πολυκάντηλο, Ν
πολύφωτο που αποτελείται από πολλά καντήλια, που χρησιμοποιείται κυρίως στις εκκλησίες, πολυέλαιος («κι ο ουρανός... το μέγα πολυκάντηλο μέσ' στο ναό της Φύσης», Σολωμ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ- + κανδήλι(ον) / καντήλι (πρβλ. νυχτοκάντηλο)].