πόσι: Difference between revisions

From LSJ

Καλὸν δὲ καὶ γέροντι μανθάνειν σοφά → Addiscere aliquid digna res etiam seni → Auch einem Greis ist etwas Weises lernen Zier

Menander, Monostichoi, 297
(33)
 
(nl)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=το, Ν<br />κεντητό [[κάλυμμα]] του κεφαλιού, [[κεντητός]] [[σκούφος]], που φορούσαν [[συνήθως]] οι αρματολοί.
|mltxt=το, Ν<br />κεντητό [[κάλυμμα]] του κεφαλιού, [[κεντητός]] [[σκούφος]], που φορούσαν [[συνήθως]] οι αρματολοί.
}}
{{elru
|elrutext='''πόσι:''' ион. Her. dat. к [[πόσις]] I.
}}
{{elnl
|elnltext=πόσι Ion. dat. van 1. πόσις.<br />πόσι voc. van 2. πόσις.
}}
}}

Latest revision as of 08:20, 1 January 2019

Greek Monolingual

το, Ν
κεντητό κάλυμμα του κεφαλιού, κεντητός σκούφος, που φορούσαν συνήθως οι αρματολοί.

Russian (Dvoretsky)

πόσι: ион. Her. dat. к πόσις I.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πόσι Ion. dat. van 1. πόσις.
πόσι voc. van 2. πόσις.