τραπεζιέρης: Difference between revisions
From LSJ
τὸ κακὸν δοκεῖν ποτ' ἐσθλὸν τῷδ' ἔμμεν' ὅτῳ φρένας θεὸς ἄγει πρὸς ἄταν → evil appears as good to him whose mind the god is leading to destruction (Sophocles, Antigone 622f.)
(41) |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=και τραπεζιάρης, ο, θηλ. [[τραπεζιέρα]], Ν<br /><b>1.</b> αυτός που φροντίζει όσους γευματίζουν, [[τραπεζοκόμος]]<br /><b>2.</b> <b>το θηλ.</b> [[μοδίστρα]] επικεφαλής εργατριών που εργάζονται στο ίδιο [[τραπέζι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τραπέζι]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιέρης</i> ( | |mltxt=και τραπεζιάρης, ο, θηλ. [[τραπεζιέρα]], Ν<br /><b>1.</b> αυτός που φροντίζει όσους γευματίζουν, [[τραπεζοκόμος]]<br /><b>2.</b> <b>το θηλ.</b> [[μοδίστρα]] επικεφαλής εργατριών που εργάζονται στο ίδιο [[τραπέζι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τραπέζι]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιέρης</i> ([[πρβλ]]. [[καμαριέρης]])]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 16:35, 11 May 2023
Greek Monolingual
και τραπεζιάρης, ο, θηλ. τραπεζιέρα, Ν
1. αυτός που φροντίζει όσους γευματίζουν, τραπεζοκόμος
2. το θηλ. μοδίστρα επικεφαλής εργατριών που εργάζονται στο ίδιο τραπέζι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τραπέζι + κατάλ. -ιέρης (πρβλ. καμαριέρης)].