υδροχόος: Difference between revisions

From LSJ

Καρπὸς γὰρ ἀρετῆς ἐστιν εὔτακτος βίος → Composita recte vita frux virtutis est → Ein wohlgeordnet Leben ist der Tugend Frucht

Menander, Monostichoi, 298
(42)
 
m (Text replacement - "οῡ" to "οῦ")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο / [[ὑδροχόος]], ΝΜΑ, και ως επίθ. [[ὑδρηχόος]] και [[ὑδρήχοος]], -ον, και συνηρ. τ. αρσ. ὑδροχοῡς, Α<br /><b>1.</b> αυτός που χύνει [[νερό]]<br /><b>2.</b> <b>ως κύριο όν.</b> (<i>ο</i>) <i>Υδροχόος</i><br />[[ονομασία]] του ενδέκατου αστερισμού του ζωδιακού κύκλου<br /><b>αρχ.</b><br />[[ονομασία]] ενός αιγυπτιακού [[μήνα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>υδρ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -[[χόος]] (<span style="color: red;"><</span> <i>χέω</i>), <b>πρβλ.</b> <i>οινο</i>-[[χόος]].
|mltxt=ο / [[ὑδροχόος]], ΝΜΑ, και ως επίθ. [[ὑδρηχόος]] και [[ὑδρήχοος]], -ον, και συνηρ. τ. αρσ. ὑδροχοῦς, Α<br /><b>1.</b> αυτός που χύνει [[νερό]]<br /><b>2.</b> <b>ως κύριο όν.</b> (<i>ο</i>) <i>Υδροχόος</i><br />[[ονομασία]] του ενδέκατου αστερισμού του ζωδιακού κύκλου<br /><b>αρχ.</b><br />[[ονομασία]] ενός αιγυπτιακού [[μήνα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>υδρ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -[[χόος]] (<span style="color: red;"><</span> <i>χέω</i>), [[πρβλ]]. [[οινοχόος]].
}}
}}

Latest revision as of 20:30, 13 June 2022

Greek Monolingual

ο / ὑδροχόος, ΝΜΑ, και ως επίθ. ὑδρηχόος και ὑδρήχοος, -ον, και συνηρ. τ. αρσ. ὑδροχοῦς, Α
1. αυτός που χύνει νερό
2. ως κύριο όν. (ο) Υδροχόος
ονομασία του ενδέκατου αστερισμού του ζωδιακού κύκλου
αρχ.
ονομασία ενός αιγυπτιακού μήνα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < υδρ(ο)- + -χόος (< χέω), πρβλ. οινοχόος.