ακετόνη: Difference between revisions
From LSJ
μηδέ μοι ἄκλαυστος θάνατος μόλοι, ἀλλὰ φίλοισι καλλείποιμι θανὼν ἄλγεα καὶ στοναχάς → may death not come to me without tears, but when I die may I leave my friends with sorrow and lamentation
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.") |
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η <b>Χημ.</b><br />λέγεται και διμεθυλοκετόνη ή 2-[[προπανόνη]] ή και [[οξόνη]], το γνωστό ασετόν.<br />[<b><span style="color: brown;"> | |mltxt=η <b>Χημ.</b><br />λέγεται και διμεθυλοκετόνη ή 2-[[προπανόνη]] ή και [[οξόνη]], το γνωστό ασετόν.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> Απόδοση στα Ελληνικά ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. <i>acetone</i> <span style="color: red;"><</span> <i>acet</i>- (πρβλ. <i>ακετ</i>-) <span style="color: red;">+</span> -<i>one</i> (<span style="color: red;"><</span> ελλ. πατρωνυμική [[κατάληξη]] -<i>ώνη</i>), πρβλ. -<i>όνη</i>]. | ||
}} | }} |