ανοιγή: Difference between revisions

From LSJ

Δρυὸς πεσούσης πᾶς ἀνὴρ ξυλεύεται → Quercu cadente, nemo ignatu abstinet → Fiel erst die Eiche, holt ein jeder Mann sich Holz

Menander, Monostichoi, 123
m (Text replacement - "τοῡ" to "τοῦ")
m (Text replacement - "οῡ" to "οῦ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀνοιγή]], η (Α) [[ανοίγω]]<br />[[άνοιγμα]], [[άπλωμα]] («ἀνοιγὴν δὲ χειρῶν Αὐτοῦ καὶ τὴν τοὺ Σταυροῡ ἔκτασιν χρὴ λογίζεσθαι», Ιω. Χρυσόστομος).
|mltxt=[[ἀνοιγή]], η (Α) [[ανοίγω]]<br />[[άνοιγμα]], [[άπλωμα]] («ἀνοιγὴν δὲ χειρῶν Αὐτοῦ καὶ τὴν τοὺ Σταυροῦ ἔκτασιν χρὴ λογίζεσθαι», Ιω. Χρυσόστομος).
}}
}}

Latest revision as of 19:50, 13 June 2022

Greek Monolingual

ἀνοιγή, η (Α) ανοίγω
άνοιγμα, άπλωμα («ἀνοιγὴν δὲ χειρῶν Αὐτοῦ καὶ τὴν τοὺ Σταυροῦ ἔκτασιν χρὴ λογίζεσθαι», Ιω. Χρυσόστομος).