превосходство: Difference between revisions
From LSJ
Ἱκανῶς βιώσεις γηροβοσκῶν τοὺς γονεῖς → Senes parentes qui fovet, vivet diu → Hinlänglich lebst du, wenn du greise Eltern pflegst
(5) |
m (Text replacement - "]] ;;" to "]],") |
||
(One intermediate revision by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ruel | {{ruel | ||
|rueltext=[[ὑπεροχή]], [[ἐπικράτεια]], [[ὑπερβολή]], [[πλεονέκτημα]], [[διαφορά]], [[περισσότης]], [[περιττότης]] | |rueltext=[[ὑπεροχή]], [[ἐπικράτεια]], [[ὑπερβολή]], [[πλεονέκτημα]], [[διαφορά]], [[περισσότης]], [[περιττότης]], [[ἐξοχή]], [[πλεονεξία]], [[περισσόν]], [[περιουσία]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 18:12, 18 October 2019
Russian > Greek
ὑπεροχή, ἐπικράτεια, ὑπερβολή, πλεονέκτημα, διαφορά, περισσότης, περιττότης, ἐξοχή, πλεονεξία, περισσόν, περιουσία