διαλύτης: Difference between revisions

From LSJ

ἐὰν ἃ τοῖς ἄλλοις ἐπιτιμῶμεν, αὐτοὶ μὴ δρῶμεν → avoid doing what you would blame others for doing

Source
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")
m (LSJ1 replacement)
 
(4 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=dialytis
|Transliteration C=dialytis
|Beta Code=dialu/ths
|Beta Code=dialu/ths
|Definition=[ῠ], ου, ὁ, <span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[dissolver]], [[breaker-up]], τῆς ἑταιρίας <span class="bibl">Th.3.82</span>; εἰρήνης <span class="bibl">Procop.<span class="title">Pers.</span>1.14</span>.</span>
|Definition=[ῠ], ου, ὁ, [[dissolver]], [[breaker-up]], τῆς ἑταιρίας Th.3.82; εἰρήνης Procop.''Pers.''1.14.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ου, ὁ <b class="num">1</b> [[condonante]], [[que perdona]] una deuda ὁ μέγας τῶν χρεῶν δ. ref. a Dios, Gr.Naz.<i>Ep</i>.69.<br /><b class="num">2</b> [[que destruye]], [[que acaba con]] τῆς ἑνώσεως Dam.<i>in Prm</i>.265.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''διαλύτης''': -ου [ῠ], ὁ, ὁ διαλύων, τῆς ἑταιρείας Θουκ. 3. 82. Οὐχὶ διαλυτής, ὡς ἐπιλύτης, [[καταλύτης]], προλύτης, κλπ. Πρβλ. Κόντ. Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 430-435.
|lstext='''διαλύτης''': -ου [ῠ], ὁ, ὁ διαλύων, τῆς ἑταιρείας Θουκ. 3. 82. Οὐχὶ διαλυτής, ὡς ἐπιλύτης, [[καταλύτης]], προλύτης, κλπ. Πρβλ. Κόντ. Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 430-435.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ου, ὁ <b class="num">1</b> [[condonante]], [[que perdona]] una deuda ὁ μέγας τῶν χρεῶν δ. ref. a Dios, Gr.Naz.<i>Ep</i>.69.<br /><b class="num">2</b> [[que destruye]], [[que acaba con]] τῆς ἑνώσεως Dam.<i>in Prm</i>.265.
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{elnl
{{elnl
|elnltext=διαλύτης -ου, ὁ [διαλύω] verrader.
|elnltext=διαλύτης -ου, ὁ [διαλύω] [[verrader]].
}}
}}

Latest revision as of 11:32, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διαλύτης Medium diacritics: διαλύτης Low diacritics: διαλύτης Capitals: ΔΙΑΛΥΤΗΣ
Transliteration A: dialýtēs Transliteration B: dialytēs Transliteration C: dialytis Beta Code: dialu/ths

English (LSJ)

[ῠ], ου, ὁ, dissolver, breaker-up, τῆς ἑταιρίας Th.3.82; εἰρήνης Procop.Pers.1.14.

Spanish (DGE)

-ου, ὁ 1 condonante, que perdona una deuda ὁ μέγας τῶν χρεῶν δ. ref. a Dios, Gr.Naz.Ep.69.
2 que destruye, que acaba con τῆς ἑνώσεως Dam.in Prm.265.

Greek (Liddell-Scott)

διαλύτης: -ου [ῠ], ὁ, ὁ διαλύων, τῆς ἑταιρείας Θουκ. 3. 82. Οὐχὶ διαλυτής, ὡς ἐπιλύτης, καταλύτης, προλύτης, κλπ. Πρβλ. Κόντ. Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 430-435.

Greek Monolingual

ο (AM διαλύτης)
νεοελλ.
οι διαλύτες χημ.
σώματα που διαλύουν άλλα χωρίς να προκαλείται αντίδραση (σε λανθασμένη μορφή).

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

διαλύτης -ου, ὁ [διαλύω] verrader.