δαμαῖος: Difference between revisions
From LSJ
Οὐκ ἔστιν οὐδὲν κτῆμα κάλλιον φίλου → Nulla est amico pulchrior possessio → Als einen Freund gibt's keinen schöneren Besitz
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''' [ὁἡ]) ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z\(])" to "$1 $2 $3") |
|||
Line 6: | Line 6: | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''δᾱμαῖος:''' ὁ укротитель (коня) (эпитет Посидона) Pind. | |elrutext='''δᾱμαῖος:''' ὁ [[укротитель]] (коня) (эпитет Посидона) Pind. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 10:05, 23 August 2022
German (Pape)
[Seite 520] ὁ, der Bändiger, Poseidon, Pind. Ol. 13, 66.
Greek Monolingual
ο (Α Δαμαῖος)
νεοελλ.
βιολ. γένος ακάρεων
αρχ.
Δαμαῖος
επίκληση του Ποσειδώνος στην Κόρινθο, ιπποδαμαστής.
[ΕΤΥΜΟΛ. Το αρχ. επίθ. Δαμαίος < (θ.) δαμα- (πρβλ. αόρ. εδάμασα) του ρ. δάμνημι].
Russian (Dvoretsky)
δᾱμαῖος: ὁ укротитель (коня) (эпитет Посидона) Pind.