δαμαῖος: Difference between revisions

From LSJ

Οὐκ ἔστιν οὐδὲν κτῆμα κάλλιον φίλου → Nulla est amico pulchrior possessio → Als einen Freund gibt's keinen schöneren Besitz

Menander, Monostichoi, 423
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''' [ὁἡ]) ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z\(])" to "$1 $2 $3")
 
Line 6: Line 6:
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''δᾱμαῖος:''' ὁ укротитель (коня) (эпитет Посидона) Pind.
|elrutext='''δᾱμαῖος:''' ὁ [[укротитель]] (коня) (эпитет Посидона) Pind.
}}
}}

Latest revision as of 10:05, 23 August 2022

German (Pape)

[Seite 520] ὁ, der Bändiger, Poseidon, Pind. Ol. 13, 66.

Greek Monolingual

ο (Α Δαμαῖος)
νεοελλ.
βιολ. γένος ακάρεων
αρχ.
Δαμαῖος
επίκληση του Ποσειδώνος στην Κόρινθο, ιπποδαμαστής.
[ΕΤΥΜΟΛ. Το αρχ. επίθ. Δαμαίος < (θ.) δαμα- (πρβλ. αόρ. εδάμασα) του ρ. δάμνημι].

Russian (Dvoretsky)

δᾱμαῖος:укротитель (коня) (эпитет Посидона) Pind.