κοιμηθιά: Difference between revisions

From LSJ

τὸ ἓν καὶ τὸ ὂν πολλαχῶς λέγεται → the term being and the term one are used in many ways, one and being have various meanings, one and being have many senses

Source
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η<br />[[φωλιά]] αγριμιού και [[ιδίως]] του λαγού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>κοιμηθ</i>- του [[κοιμάμαι]] ([[πρβλ]]. αόρ. <i>κοιμήθ</i>-<i>ηκα</i>), <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιά</i> ([[πρβλ]]. <i>βαρυγγωμ</i>-<i>ιά</i>, <i>λιποθυμ</i>-<i>ιά</i>)].
|mltxt=η<br />[[φωλιά]] αγριμιού και [[ιδίως]] του λαγού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>κοιμηθ</i>- του [[κοιμάμαι]] ([[πρβλ]]. αόρ. <i>κοιμήθ</i>-<i>ηκα</i>), <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιά</i> ([[πρβλ]]. [[βαρυγγωμιά]], [[λιποθυμιά]])].
}}
}}

Latest revision as of 18:30, 23 August 2021

Greek Monolingual

η
φωλιά αγριμιού και ιδίως του λαγού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. κοιμηθ- του κοιμάμαι (πρβλ. αόρ. κοιμήθ-ηκα), + κατάλ. -ιά (πρβλ. βαρυγγωμιά, λιποθυμιά)].