μετεωροφρονώ: Difference between revisions

From LSJ

ὀλίγοι τινὲς ὧν ἐντετύχηκα → a very few whom I've met

Source
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)\[\[πρβλ\]\]\. (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\]\])" to "πρβλ. $2$4]")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=μετεωροφρονῶ, -έω (Α)<br />[[σκέπτομαι]] για [[υψηλά]] πράγματα, [[υψηλοφρονώ]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μετέωρος]] <span style="color: red;">+</span> <i>φρονῶ</i> (<span style="color: red;"><</span> [[φρήν]], <i>φρενός</i>), [[πρβλ]]. <i>μεγαλο</i>-[[φρονώ]]].
|mltxt=μετεωροφρονῶ, -έω (Α)<br />[[σκέπτομαι]] για [[υψηλά]] πράγματα, [[υψηλοφρονώ]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μετέωρος]] <span style="color: red;">+</span> <i>φρονῶ</i> (<span style="color: red;"><</span> [[φρήν]], <i>φρενός</i>), [[πρβλ]]. [[μεγαλοφρονώ]]].
}}
}}

Latest revision as of 07:05, 15 May 2023

Greek Monolingual

μετεωροφρονῶ, -έω (Α)
σκέπτομαι για υψηλά πράγματα, υψηλοφρονώ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μετέωρος + φρονῶ (< φρήν, φρενός), πρβλ. μεγαλοφρονώ].