παρεισφρέω: Difference between revisions
From LSJ
ὁ δ' εὖ ἔρδων θεοὺς ἐλπίδι κυδροτέρᾳ σαίνει κέαρ → but he who does well to the gods cheers his heart with a more glorious hope
mNo edit summary |
m (LSJ1 replacement) |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=pareisfreo | |Transliteration C=pareisfreo | ||
|Beta Code=pareisfre/w | |Beta Code=pareisfre/w | ||
|Definition=[[slip in]], [[λαθραίως]] | |Definition=[[slip in]], [[λαθραίως]] Tz.''H.''8.493. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Latest revision as of 12:29, 25 August 2023
English (LSJ)
German (Pape)
[Seite 513] eindringen, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
παρεισφρέω: λαθραίως προσέρχομαι, Τζέτζ. Ἱστ. 8. 493, Φώτ. - Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 499.
Greek Monolingual
ΝΜ
εισέρχομαι ή εισάγομαι με δόλο ή κατά λάθος (α. «παρεισέφρησαν σφάλματα» β. «είχαν παρεισφρήσει αναρχικά στοιχεία).
[ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α)- + εἰσφρέω «εισδύω, εισέρχομαι»].