ἐξιονθίζω: Difference between revisions

m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
m (Text replacement - "S.''Fr.''" to "S.''Fr.''")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=eksionthizo
|Transliteration C=eksionthizo
|Beta Code=e)cionqi/zw
|Beta Code=e)cionqi/zw
|Definition=(ἴονθος) <b class="b3">, τρίχα</b> [[shoot out]] hair, <span class="bibl">S.<span class="title">Fr.</span>729</span>.
|Definition=([[ἴονθος]]) <b class="b3">, τρίχα</b> [[shoot out]] hair, [[Sophocles|S.]]''[[Fragments|Fr.]]''729.
}}
}}
{{pape
{{pape

Latest revision as of 10:01, 23 March 2024

English (LSJ)

(ἴονθος) , τρίχα shoot out hair, S.Fr.729.

German (Pape)

[Seite 882] τρίχα Soph. frg. 653, Hesych. ἐκδίδωμι, hervorbringen. Vgl. ἰονθάς.

Russian (Dvoretsky)

ἐξιονθίζω: выращивать (τρίχα Soph.).

Greek (Liddell-Scott)

ἐξῐονθίζω: (ἴονθος), φύω, «ἐξιονθζω τρίχα, ἐκδίδωμι· ἔστι γὰρ ἴονθος ῥίζα τριχῶν ἢ τὸ ὑπερέχον» Ἡσύχ. Ὁ Ἀπολλ. ἐν Λεξικῷ Ὁμηρ. λέγει: «τὰς γὰρ τῶν τριχῶν ῥίζας ἰόνθους λέγει Σοφοκλῆς ἐν Χρύσῃ, ἐγὼ μέλαιναν ἐξιονθίζω τρίχα» (Σοφ. Ἀποσπ. 653).

Greek Monolingual

ἐξιονθίζω (Α)
φρ. «ἐξιονθίζω τρίχα» — αρχίζει η τριχοφυΐα μου, βγάζω τρίχες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < εξ + ιονθίζω (< ίονθος «πρώτα γένεια») τ. που απαντά μόνο στο παρόν σύνθετο].