Ὠαρίων: Difference between revisions

From LSJ

μὴ τὴν ὄψιν καλλωπίζου, ἀλλ' ἐν τοῖς ἐπιτηδεύμασιν ἴσθι καλός → Don't beautify your face, but be beautiful in your habits (Thales, in Diog. Laertius 1.37)

Source
m (Text replacement - "(sc. " to "(''sc.'' ")
m (LSJ1 replacement)
 
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{Slater
{{Slater
|sltr=[[Ὠαρίων]] [[son]] of Hyrieus; a [[hunter]] and [[constellation]]. ἔστι δ ἐοικὸς ὀρειᾶν γε Πελειάδων μὴ [[τηλόθεν]] ωαρίωνα νεῖσθαι (N. 2.12) ἀλόχῳ ποτὲ θωραχθεὶς ἔπεχ' ἀλλοτρίᾳ ὠαρίων (''[[sc.]]'' Meropae, Oenopionis filiae, vel potius uxori, Snell) fr. 72. testt., (cf. Schr., [1921], 470ff.) Hyginus, Astron., 2. 34, Aristomachus ([[Antimachus]] coni. Schr.) autem dicit quendam Hyriea fuisse Thebis, Pindarus autem in insula Chio etc. = [[test]]. ad fr. 72. Strabo, 9. 2. 12, καὶ ἡ Ὑρία δὲ τῆς Ταναγραίας [[νῦν]] ἐστι [[πρότερον]] δὲ τῆς Θηβαίδος· [[ὅπου]] ὁ Ὑριεὺς μεμύθευται καὶ ἡ [[τοῦ]] ὠρίωνος [[γένεσις]] ἥν φησι Πίνδαρος ἐν τοῖς διθυράμβοις fr. 73. v. testt., s. v. Πληϊόνα, Πελειάδες.
|sltr=[[Ὠαρίων]] [[son]] of Hyrieus; a [[hunter]] and [[constellation]]. ἔστι δ ἐοικὸς ὀρειᾶν γε Πελειάδων μὴ [[τηλόθεν]] ωαρίωνα νεῖσθαι (N. 2.12) ἀλόχῳ ποτὲ θωραχθεὶς ἔπεχ' ἀλλοτρίᾳ ὠαρίων (''[[sc.]]'' Meropae, Oenopionis filiae, vel potius uxori, Snell) fr. 72. testt., (cf. Schr., [1921], 470ff.) Hyginus, Astron., 2. 34, Aristomachus ([[Antimachus]] coni. Schr.) autem dicit quendam Hyriea fuisse Thebis, Pindarus autem in insula Chio etc. = [[test]]. ad fr. 72. Strabo, 9. 2. 12, καὶ ἡ Ὑρία δὲ τῆς Ταναγραίας [[νῦν]] ἐστι [[πρότερον]] δὲ τῆς Θηβαίδος· [[ὅπου]] ὁ Ὑριεὺς μεμύθευται καὶ ἡ [[τοῦ]] ὠρίωνος [[γένεσις]] ἥν φησι Πίνδαρος ἐν τοῖς διθυράμβοις fr. 73. v. testt., s. v. Πληϊόνα, Πελειάδες.
}}
}}
{{grml
{{grml

Latest revision as of 09:51, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Ὠᾰρίων Medium diacritics: Ὠαρίων Low diacritics: Ωαρίων Capitals: ΩΑΡΙΩΝ
Transliteration A: Ōaríōn Transliteration B: Ōariōn Transliteration C: Oarion Beta Code: *)wari/wn

English (LSJ)

Ὠᾰριώνειος, v. sub Ὠρίων.

Russian (Dvoretsky)

Ὠᾰρίων: ωνος ὁ Pind. = Ὠρίων.

Greek (Liddell-Scott)

Ὠᾰρίων: Ὠᾰριώνειος, ἴδε ἐν λ. Ὠρίων.

English (Slater)

Ὠαρίων son of Hyrieus; a hunter and constellation. ἔστι δ ἐοικὸς ὀρειᾶν γε Πελειάδων μὴ τηλόθεν ωαρίωνα νεῖσθαι (N. 2.12) ἀλόχῳ ποτὲ θωραχθεὶς ἔπεχ' ἀλλοτρίᾳ ὠαρίων (sc. Meropae, Oenopionis filiae, vel potius uxori, Snell) fr. 72. testt., (cf. Schr., [1921], 470ff.) Hyginus, Astron., 2. 34, Aristomachus (Antimachus coni. Schr.) autem dicit quendam Hyriea fuisse Thebis, Pindarus autem in insula Chio etc. = test. ad fr. 72. Strabo, 9. 2. 12, καὶ ἡ Ὑρία δὲ τῆς Ταναγραίας νῦν ἐστι πρότερον δὲ τῆς Θηβαίδος· ὅπου ὁ Ὑριεὺς μεμύθευται καὶ ἡ τοῦ ὠρίωνος γένεσις ἥν φησι Πίνδαρος ἐν τοῖς διθυράμβοις fr. 73. v. testt., s. v. Πληϊόνα, Πελειάδες.

Greek Monolingual

ὁ, Α
βλ. Ωρίων.

Greek Monotonic

Ὠᾰρίων: Ὠᾰριώνειος, Δωρ. αντί Ὠρίων, Ὠριώνειος.