ὀργανίζω: Difference between revisions
(b) |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\]), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\)" to "πρβλ. $2$4, $7$9)") |
||
(2 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0368.png Seite 368]] = [[ὀργανόω]], Hippocr., zw. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0368.png Seite 368]] = [[ὀργανόω]], Hippocr., zw. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ὀργανίζω''': [[ὀργανόω]], μνημονεύεται ἐκ τοῦ Ἱππ. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=(Α [[ὀργανίζω]])<br />[[οργανώνω]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η [[μαρτυρία]] του ρήματος [[ὀργανίζω]] (<span style="color: red;"><</span> [[ὄργανον]]) [[είναι]] αμφίβολη ([[πρβλ]]. [[διοργανίζω]], [[κατοργανίζω]]). Από το ρ. αυτό έχουν παραχθεί τα: [[οργανιστής]], [[οργανιστός]], [[οργανισμός]]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 15:25, 8 May 2023
German (Pape)
Greek (Liddell-Scott)
ὀργανίζω: ὀργανόω, μνημονεύεται ἐκ τοῦ Ἱππ.
Greek Monolingual
(Α ὀργανίζω)
οργανώνω.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η μαρτυρία του ρήματος ὀργανίζω (< ὄργανον) είναι αμφίβολη (πρβλ. διοργανίζω, κατοργανίζω). Από το ρ. αυτό έχουν παραχθεί τα: οργανιστής, οργανιστός, οργανισμός].