θηριομορφία: Difference between revisions

From LSJ

ὁ φίλος ἐστὶν ἄλλος αὐτός → the friend is another self

Source
(a)
 
m (Text replacement - "Thier" to "Tier")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1209.png Seite 1209]] ἡ, Thiergestalt, Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1209.png Seite 1209]] ἡ, Tiergestalt, Sp.
}}
{{grml
|mltxt=η (Α [[θηριομορφία]]) [[θηριόμορφος]]<br /><b>1.</b> η [[ιδιότητα]] του θηριόμορφου, το να έχει [[κάποιος]] [[μορφή]] θηρίου<br /><b>2.</b> <b>ιατρ.</b> τερατολογική [[ομοιότητα]] με ζώα κατώτερων τάξεων που παρατηρείται σε ανθρώπους και θηλαστικά.
}}
}}

Latest revision as of 05:35, 27 October 2023

German (Pape)

[Seite 1209] ἡ, Tiergestalt, Sp.

Greek Monolingual

η (Α θηριομορφία) θηριόμορφος
1. η ιδιότητα του θηριόμορφου, το να έχει κάποιος μορφή θηρίου
2. ιατρ. τερατολογική ομοιότητα με ζώα κατώτερων τάξεων που παρατηρείται σε ανθρώπους και θηλαστικά.