ναυτίς: Difference between revisions

From LSJ

Ὁπόσον τῷ ποδὶ περρέχει τᾶς γᾶς, τοῦτο χάρις → Every inch of his stature is grace

Theocritus, Idylls, 30.3
m (LSJ1 replacement)
m (Text replacement - "-ίδος" to "-ίδος")
 
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ναυτίς]], -[[ίδος]] και ναῦτις, -ιδος, ἡ (Α)<br />θηλ. του [[ναύτης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ναύτης]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ίς</i> ([[πρβλ]]. [[μετρητίς]])].
|mltxt=[[ναυτίς]], -ίδος και ναῦτις, -ιδος, ἡ (Α)<br />θηλ. του [[ναύτης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ναύτης]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ίς</i> ([[πρβλ]]. [[μετρητίς]])].
}}
}}

Latest revision as of 14:10, 1 March 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ναυτίς Medium diacritics: ναυτίς Low diacritics: ναυτίς Capitals: ΝΑΥΤΙΣ
Transliteration A: nautís Transliteration B: nautis Transliteration C: naftis Beta Code: nauti/s

English (LSJ)

-ίδος, ἡ, fem. of ναύτης, γυναῖκες Theopomp.Com.79.

Greek (Liddell-Scott)

ναυτίς: -ίδος, ἡ, θηλ. τοῦ ναύτης, Θεόπομπ. Κωμικ. παρὰ Πολυδ. Ζ´, 190, διάφ. γραφ. ναῦτις, -ιδος· πρβλ. Λοβεκ. Φρύνιχ. 256.

Greek Monolingual

ναυτίς, -ίδος και ναῦτις, -ιδος, ἡ (Α)
θηλ. του ναύτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ναύτης + επίθημα -ίς (πρβλ. μετρητίς)].