ἐχέτλιον: Difference between revisions

From LSJ

Περὶ τοῦ ἐπέκεινα τοῦ νοῦ κατὰ μὲν νόησιν πολλὰ λέγεται, θεωρεῖται δὲ ἀνοησίᾳ κρείττονι νοήσεως → On the subject of that which is beyond intellect, many statements are made on the basis of intellection, but it may be immediately cognised only by means of a non-intellection superior to intellection

Porphyry, Sententiae, 25
(c2)
m (LSJ1 replacement)
 
(7 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=echetlion
|Transliteration C=echetlion
|Beta Code=e)xe/tlion
|Beta Code=e)xe/tlion
|Definition=τό, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">hold</b> of a ship, <span class="bibl">Nic. <span class="title">Th.</span>825</span>.</span>
|Definition=τό, [[hold]] of a ship, Nic. ''Th.''825.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1124.png Seite 1124]] τό, der Behälter, bes. Fischbehälter, Nic. Ther. 825, nach dem Schol. ein Behältniß im Schiffe.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1124.png Seite 1124]] τό, der Behälter, bes. Fischbehälter, Nic. Ther. 825, nach dem Schol. ein Behältniß im Schiffe.
}}
{{ls
|lstext='''ἐχέτλιον''': τό, ([[ἔχω]]) ἐχετλίου ἐξαναδῦσαι Νικ. Θηρ. 825, [[ἔνθα]] ὁ Σχολ. ἑρμηνεύει: «[[τόπος]] τοῦ πλοίου [[ὅπου]] τοὺς ἰχθῦς τιθέασι καὶ συλλέγουσιν, ἢ ὁ [[ζῶγρος]] καὶ τὸ βιβάριον [[ἐχέτλιον]] λέγεται».
}}
{{grml
|mltxt=[[ἐχέτλιον]], τὸ (Α) [[εχέτλη]]<br /><b>1.</b> το άντλον (ή [[άντλος]]) του πλοίου, δηλ. το εσωτερικό [[κοίλο]] του πλοίου, όπου συρρέει το θαλάσσιο [[νερό]] που εισέρχεται από τις ρωγμές<br /><b>2.</b> <b>συνεκδ.</b> το [[νερό]] που συγκεντρώνεται στον πυθμένα του πλοίου.
}}
}}

Latest revision as of 12:32, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐχέτλιον Medium diacritics: ἐχέτλιον Low diacritics: εχέτλιον Capitals: ΕΧΕΤΛΙΟΝ
Transliteration A: echétlion Transliteration B: echetlion Transliteration C: echetlion Beta Code: e)xe/tlion

English (LSJ)

τό, hold of a ship, Nic. Th.825.

German (Pape)

[Seite 1124] τό, der Behälter, bes. Fischbehälter, Nic. Ther. 825, nach dem Schol. ein Behältniß im Schiffe.

Greek (Liddell-Scott)

ἐχέτλιον: τό, (ἔχω) ἐχετλίου ἐξαναδῦσαι Νικ. Θηρ. 825, ἔνθα ὁ Σχολ. ἑρμηνεύει: «τόπος τοῦ πλοίου ὅπου τοὺς ἰχθῦς τιθέασι καὶ συλλέγουσιν, ἢ ὁ ζῶγρος καὶ τὸ βιβάριον ἐχέτλιον λέγεται».

Greek Monolingual

ἐχέτλιον, τὸ (Α) εχέτλη
1. το άντλον (ή άντλος) του πλοίου, δηλ. το εσωτερικό κοίλο του πλοίου, όπου συρρέει το θαλάσσιο νερό που εισέρχεται από τις ρωγμές
2. συνεκδ. το νερό που συγκεντρώνεται στον πυθμένα του πλοίου.