κλείδωμα: Difference between revisions
From LSJ
φιλοσοφίαν καινὴν γὰρ οὗτος φιλοσοφεῖ → this man adopts a new philosophy
(6_22) |
|||
(6 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=kleidoma | |Transliteration C=kleidoma | ||
|Beta Code=klei/dwma | |Beta Code=klei/dwma | ||
|Definition=ατος, τό, | |Definition=-ατος, τό, [[fastening]], Suid.s.v. [[κλείθροις]]:—also [[κλείδωσις]], εως, ἡ, Sch.[[Aristophanes|Ar.]]''[[The Birds|Av.]]''1159. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κλείδωμα''': τό, Σουΐδ. κλείδωσις, εως, ἡ, Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ., ὡς καὶ νῦν τὸ κλειδώνειν. | |lstext='''κλείδωμα''': τό, Σουΐδ. κλείδωσις, εως, ἡ, Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ., ὡς καὶ νῦν τὸ κλειδώνειν. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=το (Α [[κλείδωμα]]) [[κλειδώ]]<br />η [[ενέργεια]] και το [[αποτέλεσμα]] του [[κλειδώνω]], η [[ασφάλιση]] με [[κλειδί]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 06:55, 21 September 2023
English (LSJ)
-ατος, τό, fastening, Suid.s.v. κλείθροις:—also κλείδωσις, εως, ἡ, Sch.Ar.Av.1159.
German (Pape)
[Seite 1447] τό, das Schloß, VLL. u. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
κλείδωμα: τό, Σουΐδ. κλείδωσις, εως, ἡ, Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ., ὡς καὶ νῦν τὸ κλειδώνειν.
Greek Monolingual
το (Α κλείδωμα) κλειδώ
η ενέργεια και το αποτέλεσμα του κλειδώνω, η ασφάλιση με κλειδί.