παλαιομάγαδις: Difference between revisions
From LSJ
Πολλοῖς ὁ Δαίμων, οὐ κατ' εὔνοιαν φέρων, / Μεγάλα δίδωσιν εὐτυχήματ' ... (Euripides) → God brings great good fortune to many, not out of good will,...
(6_14) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(5 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=palaiomagadis | |Transliteration C=palaiomagadis | ||
|Beta Code=palaioma/gadis | |Beta Code=palaioma/gadis | ||
|Definition=[ | |Definition=[μᾰ], ἡ, = [[μάγαδις]] ''ΙΙ'', Ath.4.182d. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''παλαιομάγαδις''': ὁ, = [[μάγαδις]], Ἀθήν. 182Β. | |lstext='''παλαιομάγαδις''': ὁ, = [[μάγαδις]], Ἀθήν. 182Β. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[παλαιομάγαδις]], ἡ (Α)<br />[[λυδικός]] [[αυλός]], [[πλαγίαυλος]] που παρήγε φθόγγο χαμηλό και υψηλό, [[βαρύ]] ή οξύ ταυτόχρονα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>παλαιο</i>- <span style="color: red;">+</span> [[μάγαδις]] «[[είδος]] μουσικού οργάνου»]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 12:24, 25 August 2023
English (LSJ)
[μᾰ], ἡ, = μάγαδις ΙΙ, Ath.4.182d.
German (Pape)
[Seite 445] ὁ, = μάγαδις, Ath. IV, 182 d.
Greek (Liddell-Scott)
παλαιομάγαδις: ὁ, = μάγαδις, Ἀθήν. 182Β.
Greek Monolingual
παλαιομάγαδις, ἡ (Α)
λυδικός αυλός, πλαγίαυλος που παρήγε φθόγγο χαμηλό και υψηλό, βαρύ ή οξύ ταυτόχρονα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παλαιο- + μάγαδις «είδος μουσικού οργάνου»].