σταλτέον: Difference between revisions
From LSJ
Ὡς χαρίεν ἔστ' ἄνθρωπος, ἂν ἄνθρωπος ᾖ → Res est homo peramoena, quum vere est homo → Wie voller Anmut ist ein Mensch, der wirklich Mensch
(6_20) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(4 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=stalteon | |Transliteration C=stalteon | ||
|Beta Code=stalte/on | |Beta Code=stalte/on | ||
|Definition= | |Definition=[[one must check]], ib.7. | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''σταλτέον''': ῥημ. ἐπίθ. τοῦ [[στέλλω]], πρέπει τις νὰ περιστείλῃ ἢ ἀναχαιτίσῃ, Γαλην. ΙΙ. πρέπει τις νὰ κοσμήσῃ, στολίσῃ, Κλήμ. Ἀλ. 277. | |lstext='''σταλτέον''': ῥημ. ἐπίθ. τοῦ [[στέλλω]], πρέπει τις νὰ περιστείλῃ ἢ ἀναχαιτίσῃ, Γαλην. ΙΙ. πρέπει τις νὰ κοσμήσῃ, στολίσῃ, Κλήμ. Ἀλ. 277. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 12:38, 25 August 2023
English (LSJ)
one must check, ib.7.
Greek (Liddell-Scott)
σταλτέον: ῥημ. ἐπίθ. τοῦ στέλλω, πρέπει τις νὰ περιστείλῃ ἢ ἀναχαιτίσῃ, Γαλην. ΙΙ. πρέπει τις νὰ κοσμήσῃ, στολίσῃ, Κλήμ. Ἀλ. 277.