σωματόστρωτος: Difference between revisions

From LSJ

καὶ ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ → and a man's foes shall be they of his own household (Micah 7:6, Matthew 10:36)

Source
(6_16)
 
(40)
 
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''σωμᾰτόστρωτος''': -ον, [[ἐστρωμένος]] μὲ σώματα, πεδιάδας... σωματοστρώτους Κ. Μανασσ. Χρον. 3184.
|lstext='''σωμᾰτόστρωτος''': -ον, [[ἐστρωμένος]] μὲ σώματα, πεδιάδας... σωματοστρώτους Κ. Μανασσ. Χρον. 3184.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Μ<br />(για χώρο) στρωμένος με σώματα [[νεκρών]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σῶμα]], <i>σώματος</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>στρωτος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[στρωτός]] <span style="color: red;"><</span> [[στόρνυμι]]), <b>πρβλ.</b> [[λιθόστρωτος]].
}}
}}

Latest revision as of 12:53, 29 September 2017

Greek (Liddell-Scott)

σωμᾰτόστρωτος: -ον, ἐστρωμένος μὲ σώματα, πεδιάδας... σωματοστρώτους Κ. Μανασσ. Χρον. 3184.

Greek Monolingual

-ον, Μ
(για χώρο) στρωμένος με σώματα νεκρών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σῶμα, σώματος + -στρωτος (< στρωτός < στόρνυμι), πρβλ. λιθόστρωτος.