ἐστρωμένος
From LSJ
ἠ πρὸς Τιμόθεον α' ἐπιστολή· Τιμοθέῳ ἑταίρῳ Παῦλος διελέξατο ταῦτα → First epistle to Timothy: Paul discussed these things with his colleague Timothy
Greek (Liddell-Scott)
ἐστρωμένος: μετοχ. παθ. πρκμ. τοῦ στορέννυμι, «στρωμένος» Ὁμ. Ὕμν. εἰς Ἀφρ. 159.
English (Woodhouse)
(see also: στορέννυμι) covered with a pall