καμινίων: Difference between revisions
From LSJ
τους φίλους λόγων τέχναιν επαίδευσας → Using 2 artifices, you educated (taught) those who love rhetoric.
(7) |
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
||
(4 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=kaminion | |Transliteration C=kaminion | ||
|Beta Code=kamini/wn | |Beta Code=kamini/wn | ||
|Definition=ωνος, ὁ, | |Definition=ωνος, ὁ, [[furnace-attendant]], IG5(2).50.82 (ii A.D.). | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[καμινίων]], -ωνος, ὁ (Α)<br /><b>επιγρ.</b> ο [[επιστάτης]] του καμινιού, του κλιβάνου, [[αξίωμα]] στα γυμναστήρια.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Παράλληλος τ. του [[καμινεύς]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 00:40, 24 August 2022
English (LSJ)
ωνος, ὁ, furnace-attendant, IG5(2).50.82 (ii A.D.).
Greek Monolingual
καμινίων, -ωνος, ὁ (Α)
επιγρ. ο επιστάτης του καμινιού, του κλιβάνου, αξίωμα στα γυμναστήρια.
[ΕΤΥΜΟΛ. Παράλληλος τ. του καμινεύς.