καταδάνειος: Difference between revisions

From LSJ

δέξηται, δέχονται, ύπεδέξατο, προσδέχεται → should receive, receive, received, receives

Source
(7)
 
m (Text replacement - "D.S." to "D.S.")
 
(10 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=katadaneios
|Transliteration C=katadaneios
|Beta Code=katada/neios
|Beta Code=katada/neios
|Definition=[δᾰ], ον, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">burdened with mortgages</b>, <span class="bibl">D.S.17.109</span>.</span>
|Definition=[δᾰ], ον, [[burdened with mortgages]], [[Diodorus Siculus|D.S.]]17.109.
}}
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1345.png Seite 1345]] verschuldet, [[οὐσία]] D. Sic. 17, 109.
}}
{{elru
|elrutext='''καταδάνειος:''' (δᾰ) обремененный долгами ([[οὐσία]] Diod.).
}}
{{ls
|lstext='''καταδάνειος''': ᾰ, ον, «ὑποθηκευμένος», «καταφορτωμένος ἀπὸ δάνεια», «βουτημένος εἰς τὰ χρέη», [[οὐσία]] Διόδ. 17. 109.
}}
{{grml
|mltxt=[[καταδάνειος]], -ον (Α)<br />αυτός που έχει επιβαρυνθεί με [[πολλά]] δάνεια («[[καταδάνειος]] [[οὐσία]]», <b>Διόδ.</b>).
}}
}}

Latest revision as of 07:25, 27 March 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: καταδάνειος Medium diacritics: καταδάνειος Low diacritics: καταδάνειος Capitals: ΚΑΤΑΔΑΝΕΙΟΣ
Transliteration A: katadáneios Transliteration B: katadaneios Transliteration C: katadaneios Beta Code: katada/neios

English (LSJ)

[δᾰ], ον, burdened with mortgages, D.S.17.109.

German (Pape)

[Seite 1345] verschuldet, οὐσία D. Sic. 17, 109.

Russian (Dvoretsky)

καταδάνειος: (δᾰ) обремененный долгами (οὐσία Diod.).

Greek (Liddell-Scott)

καταδάνειος: ᾰ, ον, «ὑποθηκευμένος», «καταφορτωμένος ἀπὸ δάνεια», «βουτημένος εἰς τὰ χρέη», οὐσία Διόδ. 17. 109.

Greek Monolingual

καταδάνειος, -ον (Α)
αυτός που έχει επιβαρυνθεί με πολλά δάνεια («καταδάνειος οὐσία», Διόδ.).