μελιτουργία: Difference between revisions

From LSJ

ἐν ἐμοὶ αὐτῇ στήθεσι πάλλεται ἦτορ ἀνὰ στόμα → my heart beats up to my throat

Source
(8)
 
m (LSJ1 replacement)
 
(5 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=melitourgia
|Transliteration C=melitourgia
|Beta Code=melitourgi/a
|Beta Code=melitourgi/a
|Definition=ἡ, μελῐτουργ-ός, όν, dub. ll. for <b class="b3">μελιττουργία, -γός</b>.
|Definition=ἡ, [[μελιτουργός]], όν, dub. ll. for <b class="b3">μελιττουργία, -γός</b>.
}}
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0124.png Seite 124]] ἡ, μελιτουργικός u. μελιτουργός, [[varia lectio|v.l.]] von [[μελισσουργία]] u. s. w.
}}
{{ls
|lstext='''μελῐτουργία''': ἡ, μελιτουργός, όν, [[ἀμφίβολος]] γραφὴ ἀντὶ μελιττουργία, -γός.
}}
{{elru
|elrutext='''μελῐτουργία:''' ἡ [[изготовление меда или пчеловодство]] Arst., pl. Diod.
}}
}}

Latest revision as of 09:29, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μελῐτουργία Medium diacritics: μελιτουργία Low diacritics: μελιτουργία Capitals: ΜΕΛΙΤΟΥΡΓΙΑ
Transliteration A: melitourgía Transliteration B: melitourgia Transliteration C: melitourgia Beta Code: melitourgi/a

English (LSJ)

ἡ, μελιτουργός, όν, dub. ll. for μελιττουργία, -γός.

German (Pape)

[Seite 124] ἡ, μελιτουργικός u. μελιτουργός, v.l. von μελισσουργία u. s. w.

Greek (Liddell-Scott)

μελῐτουργία: ἡ, μελιτουργός, όν, ἀμφίβολος γραφὴ ἀντὶ μελιττουργία, -γός.

Russian (Dvoretsky)

μελῐτουργία:изготовление меда или пчеловодство Arst., pl. Diod.